ΑΝΤΙΓΟΝΟΣ Β΄ Ο ΓΟΝΑΤΑΣ (277-239 π.Χ.)

     Από τη μητέρα του υπήρξε εγγονός του αντιβασιλιά Αντιπάτρου και συγγενής μελών του οίκου των Τημενιδών, ενώ από τον πατέρα του, Δημήτριο Α΄ Πολιορκητή, με τον Αντιγόνο Μονόφθαλμο. Κατάφερε έτσι να εκπροσωπήσει όλους τους οίκους της Μακεδονίας και να εδραιώσει τη γενιά των Αντιγονιδών στο κράτος του. Έζησε για πολλά χρόνια μακριά από τη Μακεδονία και διετέλεσε μαθητής του φιλοσόφου Ζήνωνος. Συνεχιστής του έργου των προκατόχων του, διατήρησε, ίσως και επεξέτεινε, την αγωνιστική γιορτή των Βασιλείων, που είχε θεσπίσει ο Αλέξανδρος σε μίμηση της βοιωτικής παράδοσης.
     Θεωρήθηκε αγαθός ηγεμών, μεγαλόψυχος, προσιτός, φιλόμουσος και γενικά  προσωπικότητα ιδιαίτερα καλλιεργημένη. Πολλοί άνθρωποι των τεχνών και των γραμμάτων δέχτηκαν τη φιλοξενία ή την ενίσχυσή του, όπως ο Άρατος ο Σολεύς, ο Βίων ο Βορυσθένης, ο Ιερώνυμος ο Καρδιανός. Με μεγάλη πιθανότητα η προσωπικότητά του συνδέεται και με τη συλλογή και έκδοση αττικών επιγραφών από τον ετεροθαλή αδελφό του Κράτερο. 

     Αντίγονόν φασι τον βασιλέα δημοτικόν και πράον γενέσθαι. Και ότωι μεν σχολή τα κατ' αυτόν ειδέναι και αυτά έκαστα εξετάζειν υπέρ του ανδρός. είσεται ετέρωθεν' ειρήσεται δ' ουν αυτού και πάνυ πραον και ατυφον ο μέλλω λέγειν. Ο Αντίγονος ούτος ορών τον υιόν τοις υπηκόοις χρώμενον βιαιότερόν τε θρασύτερον «ουκ οίσθα» είπεν, «ω παι, την βασιλείαν ημών ενδοξον είναι δουλείαν ;» Και τα μεν του Αντιγόνου προς τον παίδα πάνυ ημέρως έχει και φιλανθρώπως ότω δε ου δοκεί ταύτηι, αλλ' εκείνος γε ου δοκεί μοι βασιλικόν άνδρα είδέναι ουδέ πολιτικόν τυραννικώι συμβιώσαι μάλλον.

Αιλιανού, Ποικίλη Ιστορία, ΙΙ,20